Ο αληθινός λύκος της Wall Street
Από τις επιτυχίες στον αυτοπυροβολισμό...
Η πρώτη φορά που ακούσαμε την φράση "ο λύκος της Wall Street" ήταν το 2013 στην ταινία του σκηνοθέτη Μάρτιν Σκορσέζε, με πρωταγωνιστή τον Leonardo di Caprio.
Η ταινία ήταν όντως βασισμένη στην αληθινή ιστορία του χρηματιστή Jordan Belfort, ο οποίος όμως ήταν λιγάκι έως πολύ απατεώνας.
Κι όμως στην ιστορία της παγκόσμιας οικονομίας και των χρηματιστηρίων του κόσμου, υπήρξε ένας αληθινός λύκος της Wall Street, ο Jesse Lauriston, ο οποίος μέχρι και σήμερα θεωρείται ο μεγαλύτερος trader όλων των εποχών.
Αν και μεγάλωσε σε μία φτωχή οικογένεια στην Μασαχουσέτη, ξεκίνησε να γράφει και να διαβάζει από την ηλικία των 3 ετών.
Στα δεκαπέντε του στοιχηματίζει τα πρώτα του 5 δολάρια με μόχλευση πάνω σε μετοχές, και κερδίζει 60% απόδοση, δηλαδή 3 δολάρια.
Σταδιακά μέσα σε ένα χρόνο (το 1893) άρχισε να διαπραγματεύεται συνέχεια, κερδίζοντας ποσά τα οποία έφτασαν τα 1.000 δολάρια συνολικά, ενώ έγινε ο φόβος και ο τρόμος στα πρακτορεία στοιχημάτων μετοχών, όπου άρχισαν να μην τον δέχονται για να ποντάρει εξαιτίας των απανωτών νικών του. Πολλές φορές αναγκαζόταν να μεταμφιέζεται για να μπορέσει να ποντάρει, και μόλις έφτασε σε κεφάλαιο τα 10.000 δολάρια, ξεκίνησε για την wall street.
Η πρώτη του μεγάλη νίκη ήρθε το 1901 σε ηλικία 24 ετών όταν αγόρασε μετοχές της Northern Pacific Railway και τα 10.000 δολάρια που επένδυσε τα έκανε μισό εκατομμύριο!!!
Πέντε χρόνια αργότερα το 1906 λες και είχε κάνει συμβόλαιο με τον Θεό, σορτάρει προς τα κάτω, μετοχές της Union Pacific Railroad, μία μέρα πριν από τον μεγάλο σεισμό του Σαν Φρανσίσκο και κερδίζει άλλες 250.000 δολάρια.
Στον χρηματιστηριακό πανικό του 1907, όπου ο γενικός δείκτης σε διάστημα ενός μήνα περίπου, έπεσε 50% από τα υψηλά του επίπεδα, με τις θέσεις που είχε πάρει πάλι προς τα κάτω κατάφερε σε μία μόνο ημέρα να κερδίσει ένα εκατομμύριο δολάρια.
Όλα αυτά τα τεράστια κέρδη άρχισε να τα ξοδεύει σε αγορές πολυτελών σκαφών, να κάνει ταξίδια, να έχει πλήθος από ερωμένες, να γυρνάει στα πιο ακριβά εστιατόρια και κλαμπς.
Σαφώς με τέτοιες επιτυχίες είχε γίνει πασίγνωστος στην wall street με αποτέλεσμα να αποκτήσει φίλους, αλλά και θανάσιμους εχθρούς που τον ζήλευαν. Έτσι μία φορά που αποφάσισε να ακούσει έναν "φίλο" του ο οποίος του πρότεινε να επενδύσει αγοράζοντας μετοχές στο βαμβάκι, ενώ ο φίλος έκανε το αντίθετο, ήταν αρκετό ώστε να του δώσει αρκετά μεγάλο χτύπημα στην περιουσία του.
Στις αρχές του 1929, συγκέντρωσε τεράστιες θέσεις πώλησης, χρησιμοποιώντας περισσότερους από 100 χρηματιστές για να κρύψει τι έκανε. Μέχρι την άνοιξη, είχε ρίξει στο χρηματιστήριο περισσότερα από 6 εκατομμύρια δολάρια σε μετοχές.
Με την συντριβή της Wall Street (το μεγάλο κραχ του 1929), κέρδισε περίπου 100 εκατομμύρια δολάρια.
Η φήμη του να ποντάρει συνεχώς κάτω την τιμή των μετοχών όποτε αυτός έκρινε ή είχε την πληροφορία, ήταν αρκετή για να του δοθεί το χαιδευτικό "the great bear of wall street" δηλαδή η μεγάλη αρκούδα της Γουόλ Στριτ.
Άρθρα στις τότε εφημερίδες της εποχής τον παρουσίαζαν ως εκτελεστή του χρηματιστηρίου και υπεύθυνο της καταστροφής των χρηματοφυλακίων απλών επενδυτών με αποτέλεσμα να δεχτεί αρκετές φορές απειλές για την ζωή του. Έτσι από τότε άρχισε να κυκλοφορεί μόνο με ιδιωτική ασφάλεια.
Από το 1929 έως το 1934 δημιουργήθηκαν αρκετά προσωπικά προβλήματα στην οικογένειά του (σύζυγος και υιός) ενώ οι νέοι κανόνες του χρηματιστηρίου μετά το κραχ του 1929, δεν τον βοηθούσαν πλέον να έχει τις επιτυχίες του παρελθόντος .
Χωρίς ποτέ να διευκρινιστεί πως ακριβώς δήλωσε πτώχευση (έσοδα 84.000 και χρέη 2.500.000 δολάρια), έφτασε σταδιακά το 1940 στην αυτοκτονία αφού αυτοπυροβολήθηκε.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι αργότερα, τόσο ο υιός του όσο και ο εγγονός του, έβαλαν κι αυτοί από μόνοι τους, τέλος στην ζωή τους για διαφορετικούς λόγους βέβαια...